Σάββατο 6 Ιουλίου 2019

Ο τεράστιος Γιάννης Σπάθας απεβίωσε στα 69 του!

΄

Πριν από λίγες ώρες έφυγε από τη ζωή ο σπουδαιότερος Έλληνας κιθαρίστας κι ένας από τους μεγαλύτερους μουσικούς της χώρας ο Γιάννης Σπάθας στην ηλικία των 69 χρονών!




Ήταν ιδρυτικό μέλος του σπουδαίου ελληνικού συγκροτήματος των Socrates Drank the Conium μαζί με τον Αντώνη Τουρκογιώργη!




Παραθέτουμε από κάτω μια παλιά συνέντευξη του Γιάννη Σπάθα όπου εξιστορεί τη ζωή του στην Μιχαέλα Πριντσιγκερ στο σάιτ Diablog :

«Έβαλα στόχο να μάθω να παίζω σαν τον Jimi Hendrix…»

Ο Γιάννης Σπάθας, μέλος του συγκροτήματος „Socrates“, αφηγείται

Ο Γιάννης Σπάθας, κιθαρίστας του θρυλικού ροκ συγκροτήματος «Socrates Drank the Conium», μίλησε στο diablog.eu για τα νεανικά του χρόνια στους Παξούς, τις απαρχές της ροκ μουσικής στην Ελλάδα στις δεκαετίες του ’60 και ’70 και τη συνεργασία του με τους μεγάλους της ελληνικής μουσικής σκηνής.

Παιδικά και εφηβικά χρόνια

Μεγάλωσα στους Παξούς, αλλά έφυγα 13 χρονών από εκεί. Όλοι οι Σπαθαίοι –ο πάππος είχε κάνει 7 παιδιά– έπαιζαν από κάποιο όργανο˙ άλλος βιολί, άλλος κλαρίνο. Έπαιζα ακορντεόν και ντραμς με τον πατέρα μου. Ο πατέρας μου έπαιζε βιολί από 6 χρονών. Ήταν τόσο καλός που κάποτε μαζευτήκαν οι προύχοντες του νησιού και συγκέντρωσαν λεφτά για να τον στείλουν στην Πάτρα, αλλά ο πάππος μου δεν τον άφησε. Έγινε οικοδόμος και μάλιστα πολύ καλός. Είχε πάει στο γυμνάσιο της εποχής εκείνης και μπορούσε να κυβίζει τους όγκους από τα μπετά, αλλά ταυτόχρονα έκανε και τζάκια, σκάλες, κορνίζες και νεοκλασσικά σπίτια στην Πάργα.
Στους Παξούς είχαμε ένα ραδιόφωνο της κακιάς ώρας, τηλεόραση ούτε κατά διάνοια, δεν υπήρχε ακόμα. Δεν είχαμε ρεύμα, αλλά λάμπα με λάδι. Όταν ήρθαμε στην Αθήνα το 1962 και πάτησα τον διακόπτη, τρόμαξα. Τον πρώτο χρόνο μείναμε στη Γλυφάδα και τον δεύτερο στον Πειραιά. Έπρεπε να φύγουμε από το νησί, γιατί η επαρχία τότε δεν είχε ψωμί, ενώ οι μεγάλες πόλεις προσέφεραν δουλειά. Πραγματικά, όταν ήρθαμε εδώ, όλη η οικογένεια δούλευε με πολλή ευκολία. Όταν ήμουν 16 χρονών, πηγαίναμε με φίλους σε διάφορους χώρους εργασίας και ρωτούσαμε: «Θέλετε εργάτη;» Αμέσως μας απαντούσε κάποιος: «Έμπα μέσα…» Ούτε χαρτιά ούτε τίποτα… Καθόμασταν μια μέρα, παίρναμε το χαρτζιλίκι, τρώγαμε μετά από 3-4 μέρες τα λεφτά και φτου και από την αρχή.
Ο πατέρας μου ήθελε να γίνω μουσικός, αλλά εγώ ήθελα να γίνω πολιτικός μηχανικός. Ζωγράφιζα κιόλας, ήθελα να γίνω και αρχιτέκτονας, όλα τα ήθελα. Τελικά πέρασα στην ΑΣΟΕΕ για να σπουδάσω οικονομικά. Ήμουνα καλός στα μαθηματικά αλλά στην ΑΣΟΕΕ δεν τα κατάφερα. Έκατσα ένα χρόνο, δεν μπορούσα όμως να διαβάσω και την παράτησα.

Η γνωριμία με τον Τουρκογιώργη και οι Persons

Στον Πειραιά γνώρισα τον Αντώνη Τουρκογιώργη –γίναμε πολύ φίλοι– και τα άλλα τα παιδιά από τους Persons. Τότε δεν ήξερα ούτε τη λέξη Beatles ούτε Rolling Stones, τίποτα. Μια μέρα λοιπόν, άνοιξη του 1964, μου λένε να πάμε στο σπίτι και ότι είχαν συγκρότημα.
«Ξέρεις», μου είπαν, «να παίζεις μουσική, κιθάρα ή κάτι άλλο;» Επειδή δεν ήθελα να πω όχι, τους είπα ότι ήξερα. Πάμε εκεί, μου δίνουν την κιθάρα και μου ζητούν να παίξω. Στην αρχή το απέφυγα λέγοντας ότι ντρεπόμουν. Τους έβλεπα όμως ότι δεν ήξεραν ούτε πώς να κρατήσουν την κιθάρα, οπότε ξεθάρρεψα. Πήρα λοιπόν την κιθάρα, τρίκι-τρίκι, και σιγά σιγά έβγαλα ένα τραγούδι της εποχής. Αυτοί τρελαθήκανε. Έπαιξα και το Satisfaction ύστερα και από τον ενθουσιασμό τους με αγκάλιαζαν και φώναζαν να γίνω μέλος της μπάντας. Τότε το είδα, λοιπόν, πιο σοβαρά, μου πήρε ο πατέρας μου και μια κιθάρα και άρχισα να μελετάω.
Όσο προχωρούσα, τόσο βελτιωνόμουν. Άκουγα ένα τραγούδι που άρεσε στους φίλους και το μάθαινα για να τους το παίξω και να ευχαριστηθούν. Φτάσαμε και κάναμε και κάποιες συναυλίες. Υπήρχαν τα μουσικά πρωινά τότε, ερχόντουσαν τα σχολεία στον κινηματογράφο στις 10 το πρωί στον Πειραιά και στην Αθήνα και παίζαμε. Πήγαινε καλά το πράγμα δηλαδή, αλλά ακόμα δεν είχα γίνει «ένα» με τη μουσική.
Έρχεται λοιπόν μια μέρα που ακούω στο ραδιόφωνο τον Γιάννη Πετρίδη και λέει: «Θα ακούσετε τώρα ένα καινούργιο συγκρότημα, το Jimi Hendrix Experience, στο τραγούδι Purple Haze». Δεν τον ήξερα, οπότε δεν έδωσα σημασία, μέχρι που ακούω τον Hendrix να παίζει και μένω άφωνος. Δεν κουνήθηκα μπροστά από το ραδιόφωνο μέχρι που τέλειωσε το τραγούδι. Εκείνη τη στιγμή έβαλα στόχο να μάθω να παίζω σαν κι αυτόν. Δεν είχα πικάπ προφανώς, οπότε περίμενα μόνο από αυτή την εκπομπή να ακούσω το κομμάτι.
Πέρασαν τα χρόνια, φτάσαμε στο 1968. Το 1969 έμπλεξα με την ΑΣΟΕΕ, το 1970 την παράτησα. Όταν όμως έφτασα στο 1970, είχα προχωρήσει πάρα πολύ με τη μουσική. Έκανα αρκετά πράγματα που οι άλλοι εδώ δεν μπορούσαν.


Οι Socrates στο Κύτταρο

Ήμασταν από τα πρώτα ροκ συγκροτήματα στην Ελλάδα. Ο Δημήτρης Πουλικάκος ήταν τότε ο πατέρας της ελληνικής ροκ. Δεν μπορούσε να παίξει ροκ, γιατί η μουσική των MGC, της μπάντας που έπαιζε, ήταν κυρίως ποπ. Μια μέρα μας λέει ο Γιάννης Πετρίδης να πάμε να παίξουμε με τους MGC στη Λάρισα ως support του Πουλικάκου. Εμείς τότε ήμασταν στον Πειραιά, δεν ήξερε κανένας τι παίζουμε. Πάμε, λοιπόν, στη Λάρισα και βγαίνουμε πρώτοι. Παίξαμε διάφορα: το Purple Haze, το Cincinnati σίγουρα, το Fire του Hendrix, παίξαμε 6-7 τραγούδια του Hendrix. Μετά τη συναυλία ήρθε ο Πουλικάκος και μου λέει: «Ρε συ, θα πάμε στο Κύτταρο παρέα, εμείς κι εσείς». Γίναμε φίλοι με τον Δημήτρη.
Πετύχαμε σε καλές εποχές, τις δεκαετίες 1970-1990. Το 1970 ήμουν 21 χρονών και το 1971 ξεκινήσαμε στο Κύτταρο, όπου παίζαμε εμείς ως Socrates, ο Δημήτρης Πουλικάκος με το συγκρότημα Εξαδάχτυλος και άλλοι πολλοί. Είχαμε πολύ κόσμο: Τρίτη, Τετάρτη, Πέμπτη, Παρασκευή και Σάββατο-Κυριακή δύο παραστάσεις. Εκεί έβρισκες όλα τα είδη της νεολαίας. Έρχονταν πολλοί φοιτητές αλλά ταυτόχρονα υπήρχαν και υδραυλικοί και οικοδόμοι, τα πάντα. Εκεί ξεκίνησε το ροκ στην Ελλάδα, από αυτό το κλαμπ.

Ροκ και πολιτική

Πολιτικά εκείνη ήταν μια πολύ έντονη εποχή. Πολλοί θεωρούσαν κακό πράγμα το ροκ επειδή ήταν αμερικανόφερτο. Σε τέτοιο βαθμό το πίστευαν που κάποια στιγμή ο Γιάννης Μαρκόπουλος είχε γράψει ότι ήμασταν της CIA.
Ήταν άσχημη εποχή για όλους λόγω της χούντας, οι περισσότεροι νέοι ήταν εναντίον της. Ποιος μπορεί να πει ότι ζούσε καλά όταν εκεί που διασκέδαζες, σε περίμενε κάποιος στη γωνία να του δείξεις την ταυτότητά σου ξανά και ξανά, όσες φορές και αν περνούσες από το ίδιο μέρος; Έπεφταν και σφαλιάρες και ξύλο και φυλακές κ.ά. Όταν τελείωνα το βράδυ, στη διαδρομή προς το σπίτι περνούσα από ένα συγκεκριμένο σημείο και κάθε βράδυ μου ζητούσαν τα στοιχεία μου, άλλοι πιο ευγενικά, άλλοι με σπρωξιές.
Φανταστείτε ότι ερχόταν η αστυνομία στο Κύτταρο για να μας σταματήσει. Μια φορά παίζαμε και θέλανε να μας κατεβάσουν από τη σκηνή, να μην συνεχίσουμε να παίζουμε, μας τραβούσαν. Έπιασαν κάποιοι από το πλήθος δύο αστυνομικούς και τους έβγαλαν έξω σηκωτούς, αλλά μετά ήρθαν περισσότεροι.
Άλλο ένα περιστατικό θυμάμαι αργότερα, το 1973, που βγάλαμε τον δίσκο On the Wings με τον κιθαρίστα από τους Εξαδάκτυλος. Το καλοκαίρι που τελειώσαμε από το Κύτταρο πήγαμε στο Άμστερνταμ και παίξαμε στο κλαμπ Paradiso ως support της Kiki Dee. Έλα όμως που τότε ήταν Χούντα και κανονικά χρειαζόμασταν άδεια να παίξουμε και εμείς δεν είχαμε πάρει τίποτα! Ωστόσο, παίξαμε, τους αρέσαμε και μας φώναξαν για ακόμα 15 συναυλίες. Στη δεύτερη συναυλία ήρθαν αστυνομικοί στο σπίτι που μέναμε στην Ολλανδία, μας πήγαν στο τμήμα και μας βάλανε ένα μήνα φυλακή, επειδή παίζαμε χωρίς κάρτα εργασίας.


Οι Socrates στο εξωτερικό

Τον Απρίλη του 1973 τελείωσε το Κύτταρο και τον Σεπτέμβρη πήγαμε Παρίσι και παίξαμε ζωντανά στο RTL. Έπρεπε, όμως, να πάω φαντάρος, οπότε πήγα το 1974-76. Κάποια στιγμή, ενώ ήμουν φαντάρος, αγοράζω το περιοδικό Επίκαιρα και διαβάζω: Δίσκος ελληνικού συγκροτήματος ψηφίστηκε δίσκος της εβδομάδας στην πολιτεία Τζόρτζια των Η.Π.Α. Αναρωτήθηκα ποιο συγκρότημα ήταν αυτό –δεν είχα μάθει τίποτα. Πήρα τηλέφωνο τον Γιάννη Πετρίδη, ο οποίος το γνώριζε ήδη –αυτή η μπάντα ήταν οι Socrates.
Το 1975 πήγαμε στο Λονδίνο και ηχογραφήσαμε με τον Βαγγέλη Παπαθανασίου τον δίσκο Phos (1976), στον οποίο έπαιξε πλήκτρα ο ίδιος. Ύστερα, πήγαμε με τον Μαρκόπουλο. Του έκανα και λίγο πλάκα στην αρχή ότι δεν γινόταν να πάω μαζί τους γιατί ήμουν της CIA κλπ. και γελούσε. Κατόπιν, το 1977, πήγαμε με τη Μαρία Φαραντούρη και κάναμε συναυλίες σε διάφορες χώρες. Παίζαμε τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη.
Το 1981 ηχογραφήσαμε το Breaking Through και φύγαμε για Αγγλία, προσκεκλημένοι του γνωστού παραγωγού Vic Coppersmith. Έρχεται, λοιπόν, μια Κυριακή ο παραγωγός μας και μας λέει: «Είχα στείλει 3 τραγούδια στη Warner Bros., τα άκουσαν και ενθουσιάστηκαν». Ήθελαν να πάει το συγκρότημα στην Αμερική. Μας άφησε όλο το απόγευμα να το σκεφτούμε και να του ανακοινώναμε την απόφασή μας. Την έβγαλα όλο το απόγευμα κάτω από μια αχλαδιά. Σκεφτόμουν τον πατέρα μου, τη μάνα μου, τα χρήματα που θα μπορούσα να βγάλω στην Ελλάδα και αποφάσισα να μην πάω. Ούτε και ο Νίκος Αντύπας ήθελε να φύγει, αν και ο Αντώνης Τουρκογιώργης είχε αντίθετη άποψη. Δεν το μετάνιωσα.


Ο Θεοδωράκης, ο Χατζιδάκις και ο Χαλκιάς

Συνεχίσαμε με τη Μαρία Φαραντούρη, ύστερα ήρθε και ο Μίκης Θεοδωράκης. Πήγαμε και με τον Μάνο Χατζιδάκι να κάνουμε τη Σκοτεινή Μητέρα. Ωραίος τύπος ο Χατζιδάκις, ροκ. Ο Ζαμπέτας έλεγε: «Η Ελλάδα έναν άντρα έχει, τον Χατζιδάκι». Το έλεγε χαριτολογώντας αυτό, επειδή ήταν ομοφυλόφιλος, πολύ ντόμπρος και μπορούσε να μιλάει ευθαρσώς.
Με τον Μίκη είχαμε παίξει στο Ανατολικό Βερολίνο. Είναι ευφυής μουσικός˙ και χέβι μέταλ να του ζητήσεις να γράψει, θα κάτσει να ακούσει και θα στο φτιάξει. Ήθελε να γράψει τραγούδια για τη μάνα του που καταγόταν από τη Σμύρνη. Τα έγραψε, τα έκανε ορχηστρικά και τα παίξαμε στα Χανιά. Είχαν μικτά τέμπο, ήταν πολύ δύσκολα δηλαδή.
Μου άρεσε πάρα πολύ ο κλαρινετίστας Τάσος Χαλκιάς. Είχε μια ηρεμία… Αυτά που έβγαζε ο Χαλκιάς δεν παίζονται, δεν μαθαίνονται! Όταν πήγα με τον Μαρκόπουλο, στα 26-27 μου, στην ορχήστρα ήταν ο Αριστείδης Μόσχος που έπαιζε σαντούρι. Ήταν Πάσχα και μου πρότεινε να πήγαινα μαζί τους στην Ύδρα για να παίξουμε σε ένα πανηγύρι.
«Κατσίκια, αρνιά, χαμός γίνεται», μου έλεγε για να με πείσει. «Κυρ Αριστείδη μου», ψέλλιζα προσπαθώντας να το αποφύγω, «δεν ξέρω, έχω και κάτι δουλειές…», αλλά μόλις μου είπε ότι θα ήταν και ο Χαλκιάς εκεί δέχτηκα κατευθείαν. 2.500 άνθρωποι χόρευαν ιδρωμένοι μέσα στη σκόνη και ο Χαλκιάς πουθενά. Τους ρώτησα 2-3 φορές πότε θα έβγαινε –φοβόμουν ότι ο κόσμος δεν θα αντιδρούσε καλά μετά από τόσο χορό και τόση αναμονή, ότι δεν θα ήθελαν να ακούσουν τον Τάσο μόνο του. Βγαίνει κάποια στιγμή, κάθεται σε μια καρεκλίτσα και αρχίζει και κελαηδάει. 2.500 άνθρωποι έκατσαν και τον κοιτούσαν προσηλωμένοι, μουδιασμένοι.
Συνέντευξη: Μιχαέλα Πρίντσιγκερ/Γιάννης Σπάθας. Φωτό: Αρχείο Γιάννη Σπάθα. Απογραφή και επιμέλεια της συνέντευξης: Μαριάννα Τσάτσου.


Δεν υπάρχουν σχόλια: